Irene Solà: «Η ανθρώπινη επικοινωνία δεν είναι μονολεκτική» | Συνέντευξη στο «ΒΗΜΑgazino»

Συνεντεύξεις Ιανουάριος 17, 2023

Η νεαρή καταλανή συγγραφέας, με αφορμή το νέο της βιβλίο, Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει, μιλάει στο BHMAgazino και τον Γιώργο Νάστο για την αξία της λαϊκής παραδοσιακής τέχνης, την αγάπη της για την Ισλανδία και τη Rosalía.

Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει

Η 32χρονη Καταλανή Ιρένε Σολά είναι συγγραφέας, ποιήτρια και καλλιτέχνις. Οι στίχοι της και οι ταινίες μικρού μήκους που δημιουργεί έχουν παρουσιαστεί στην γκαλερί Whitechapel του Λονδίνου, καθώς και στη Βαρκελώνη, στο Σανταντέρ και στη Χιρόνα. Το βιβλίο της Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει, το πρώτο της που κυκλοφορεί στα ελληνικά, κέρδισε τέσσερα λογοτεχνικά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Βραβείου Λογοτεχνίας 2020, και αναμένεται να μεταφραστεί σε περισσότερες από δεκαεπτά γλώσσες.
Σε έναν τόπο μαγευτικής ομορφιάς, σε ένα χωριό κάπου στα Πυρηναία, καθετί έχει φωνή, ακόμη και τα ίδια τα βουνά, και αφηγείται ιστορίες για νεκρούς και φαντάσματα, για τις πληγές του εμφυλίου πολέμου, για γυναίκες που θεωρήθηκαν μάγισσες, για το παράλογο της ύπαρξης - ανθρώπινης και μη. Η θεατρική μεταφορά του πολυσυζητημένου, ευφάνταστου μυθιστορήματος πραγματοποιήθηκε το 2021 στην Καταλωνία. Αξίζει να σημειωθεί πως η Σολά αρθρογραφεί τακτικά στην καθημερινή πολιτική εφημερίδα «La Vanguardia» της Βαρκελώνης και έχει συμμετάσχει ως writer-inresidence στο Alan Cheuse International Writers Center στο Πανεπιστήμιο George Mason της Βιρτζίνια και στο πρόγραμμα Writers Omi στο Ledig House στη Νέα Υόρκη.

Διαβάζουμε στο βιβλίο σας ιστορίες που παραπέμπουν στη λαϊκή παράδοση. Κατά πόσο βασιστήκατε στις δικές σας παιδικές αναμνήσεις για να τις πλάσετε;

Όχι πολύ, για αυτό έκανα μεγάλη έρευνα, Τα Πυρηναία δεν είναι ο τόπος μου, δεν μεγάλωσα εκεί, εξ ου και χρειάστηκε να τα εξερευνήσω, να επισκεφθώ εκείνα τα μέρη όσο πιο συχνά μπορούσα, να συναντήσω ανθρώπους και να τους ζητήσω να μου πουν τις ιστορίες τους. Διάβασα και μελέτησα. Αυτό έκανα. Ωστόσο θα έλεγα ότι με ενδιέφερε πάντα η ηθογραφία, η ιστορία και οι φολκλορικές αφηγήσεις. Από την παιδική μου ηλικία λάτρευα τα παραδοσιακά τραγούδια, τους μύθους της πατρίδας μου, τα λαϊκά παραμύθια, κάτι που έχει συνεχιστεί καθώς μεγαλώνω και όλα αυτά έχουν θέση στη λογοτεχνία μου. Η λαϊκή παραδοσιακή τέχνη περιέχει διαχρονικά πολλά στοιχεία από τον τρόπο με τον οποίο οι ανθρώπινες κοινωνίες βλέπουν τον κόσμο, προσπαθούν να τον εξηγήσουν και να τον αναπλάσουν. Όλα αυτά, μαζί με τις παρατηρήσεις για τα προτερήματα και τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης μας, μεταλαμπαδεύονται από γενιά σε γενιά και θέλω να έχουν παρουσία στο γράψιμό μου.

Την περίοδο που γράψατε το συγκεκριμένο βιβλίο ζούσατε στο Λονδίνο. Πώς επέδρασε η απόσταση στη δημιουργική διαδικασία;

Όντως ήμουν στο Λονδίνο την περίοδο που έγραφα το βιβλίο, σπούδασα στο Ηνωμένο Βασίλειο και έμεινα εκεί και δούλεψα, έζησα περισσότερο από έξι χρόνια στη βρετανική πρωτεύουσα. Η απόσταση σίγουρα με βοήθησε, όμως το ίδιο συνέβη και με την ίδια την πόλη και την ενέργειά της. Πρόκειται για ένα καταπληκτικό μέρος γεμάτο καλλιτέχνες και τέχνη - δούλευα για κάποιο διάστημα στην Whitechapel Gallery - και πιστεύω ότι όλες μου οι εμπειρίες, οι κραδασμοί που απορρόφησα, βρήκαν τη θέση τους στο βιβλίο.

Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει

Υπάρχουν πολλές αφηγηματικές φωνές στο βιβλίο σας και αρκετές από αυτές μάλιστα δεν ανήκουν καν σε ανθρώπινα όντα. Πώς προσεγγίσατε αυτή την τεχνική;

Από την αρχή ήξερα ότι ήθελα να υπάρχουν σε αυτό το μυθιστόρημα πολλές οπτικές γωνίες, πολλές φωνές. Επέλεξα έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και ήθελα να δηλωθεί η παρουσία όλων όσοι ζουν και υπάρχουν εκεί, εννοώ όλα τα έμβια όντα, τους ανθρώπους και τα ζωντανά πλάσματα, τα πνεύματα και τα φαντάσματα, τα μυθολογικά όντα, ακόμη και τα ίδια τα βουνά ή τα καιρικά φαινόμενα. Προσέγγισα τις μη ανθρώπινες αφηγήσεις με τον ίδιο τρόπο που προσέγγισα τις ανθρώπινες. Ερευνώντας, διαβάζοντας για τους σχηματισμούς των σύννεφων, για παράδειγμα, ή για τα μανιτάρια. Ήταν σαν να δημιουργούσα μια δεξαμενή πληροφοριών και όταν αισθανόμουν έτοιμη βυθιζόμουν μέσα της και προσπαθούσα να καταλάβω τι ακριβώς ήθελα να πω. Κολυμπούσα σε όλη αυτή τη θάλασσα δεδομένων χρησιμοποιώντας λέξεις.

Μέρος της πολυφωνίας που χαρακτηρίζει το βιβλίο σας ήταν και η προσθήκη ποιημάτων και σχεδίων;

Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι να εμπλουτίσεις μια αφήγηση και ήθελα να τους εξερευνήσω. Με τα ποιήματα και τα σκίτσα μπορείς να εκφράσεις συναισθήματα και σκέψεις. Στην πρωτότυπη έκδοση, που είναι γραμμένη στα καταλανικά, υπάρχει και ένα κεφάλαιο στα ισπανικά. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούμε διαφορετικές λέξεις, άλλους ήχους και άλλη γραμματική δομή για να επικοινωνούμε πολύ όμοια μεταξύ τους πράγματα. Δεν είναι όμως μόνο λεκτική η επικοινωνία μας.

Παραθέτετε εν είδει εισαγωγής ένα απόσπασμα από βιβλίο του ισλανδού συγγραφέα Χάλντορ Λάξνες. Γιατί επιλέξατε έναν λογοτέχνη από μια χώρα η μορφολογία της οποίας δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με τα τοπία που περιγράφετε εσείς;

Έχω ζήσει στην Ισλανδία για κάποιους μήνες. Την αγαπώ όπως είναι φυσικό, και λέω «όπως είναι φυσικό» γιατί το θεωρώ απίθανο να μην την αγαπήσει κανείς αυτή τη χώρα. Όσο ήμουν εκεί ανακάλυψα τον συγγραφέα, λάτρεψα το βιβλίο του «Ανεξάρτητοι Άνθρωποι» και χρησιμοποίησα αυτή την παράγραφό του γιατί ταίριαζε απόλυτα στο μυθιστόρημα που ήθελα να γράψω.

Η αίσθηση που αποκομίζει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο σας είναι πως ό,τι και να συμβεί η ζωή συνεχίζεται, κι αυτό είναι στενόχωρο και ανακουφιστικό συνάμα. Πώς σας φαίνεται στη συγκεκριμένη φάση της ζωής σας το πεπερασμένο του ανθρώπινου βίου;

Δεν είμαι σίγουρη πώς νιώθω για τη θνητότητα, αλλά κάτι που μου συνέβη όταν έγραφα το βιβλίο ήταν πως μόλις άρχισα να βλέπω ό,τι μας περιβάλλει και τη ζωή την ίδια από μια σκοπιά μη ανθρώπινη διευρύνθηκαν κάπως οι αντιλήψεις μου. Για εμάς ο θάνατος είναι το τέλος, κάτι τραγικό και θλιβερό, και δεν θέλω να πω ότι δεν έχει αυτή τη διάσταση, όμως για τα βουνά που στέκουν σχεδόν από πάντα στη θέση τους τα περίπου 80 χρόνια μιας ανθρώπινης ζωής δεν είναι τίποτα. Υπάρχει κάτι άλλο που με ενδιαφέρει πιο πολύ να εξερευνήσω και αυτό αφορά στο ποιος έχει τελικά τη δυνατότητα να πει την ιστορία του. Ποιανών οι φωνές ακούγονται; Ποιες φωνές έχουν αγνοηθεί; Γιατί έχουν χαθεί στη λήθη και στη σιωπή; Τέτοια πράγματα σκεφτόμουν.

Πότε καταλάβατε ότι θέλατε να γίνετε συγγραφέας;

Για εμένα ήταν πιο πολύ θέμα συνειδητοποίησης παρά επιθυμίας. Μου άρεσε ανέκαθεν να διαβάζω και να γράφω και με ενδιέφερε πάντα η δημιουργικότητα και η τέχνη, για αυτό και σπούδασα σε Σχολή Καλών Τεχνών και στη συνέχεια έκανα εγκαταστάσεις και πειραματίστηκα με το βίντεο. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα απλώς ότι πιο πολύ ήθελα να χρησιμοποιήσω τις λέξεις, τη γλώσσα και τη λογοτεχνία προκειμένου να εξερευνήσω τα θέματα που έβρισκα συναρπαστικά.

Ποιους καλλιτέχνες θα αναφέρατε ως σημαντικές επιρροές σας;

Κάθε μορφή τέχνης με εμπνέει, οπότε όταν μου ζητούν να αναφέρω τις επιρροές μου δεν περιορίζομαι στη λογοτεχνία. Αγαπώ πολύ τη σύγχρονη τέχνη, τη μουσική και τον κινηματογράφο και θα ήθελα να αναφερθώ στον Μαρκ Λέκι, στον Μαρκ Ντίον, στη Λουκρετσία Μαρτέλ και στη Rosalía.

Έτικέττες:
ΒΗΜΑgazino
,
Ιρένε Σολά
,
Τραγουδώ εγώ και το βουνό χορεύει