Ιουλίτα Ηλιοπούλου: «Ο Ελύτης δεν έχανε ποτέ το ανθρώπινο μέτρο».

Συνεντεύξεις Μάρτιος 16, 2017

Η Ιουλίτα Ηλιοπούλου, με αφορμή την έκδοση της πεντάγλωσσης ανθολογίας “Ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!” του Οδυσσέα Ελύτη με τη μουσική του Γιώργου Κουρουπού, αλλά και τη συμπλήρωση 21 ετών από τον θάνατο του κορυφαίου Έλληνα νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, συνομίλησε με τον δημοσιογράφο Γιάννη Χατζηγεωργίου στο πολιτιστικό ένθετο Φιλgood της εφημερίδας Φιλελεύθερος στην Κύπρο.

Οδυσσέας Ελύτης

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε την Κυριακή 12 Μαρτίου και μπορείτε να τη διαβάσετε παρακάτω:

21 χρόνια μετά το θάνατο του κορυφαίου Έλληνα νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, που απεβίωσε στις 18 Μαρτίου 1996, η σύντροφος και συνοδοιπόρος του στη ζωή, ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου, φωτίζει όσα αθέατα ταυτίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια με την ύπαρξη και την τέχνη του.

Πού βρίσκεται σήμερα η ποίηση, κυρία Ηλιοπούλου;

Εκεί που βρισκόμαστε εμείς, θα σας πω, μ’ ό,τι αυτό σημαίνει. Είναι, άλλωστε, μία πολύ εσωτερική λειτουργία μέσα μας, που ενώ μοιάζει να ακολουθεί τις ανησυχίες μας, συχνά τις υπαγορεύει, ενώ μοιάζει να αποτυπώνει στη γλώσσα τις σκέψεις μας, συχνά τις προκαλεί. Είναι ενέργεια, δύναμη, για τον γράφοντα ίσως, για τον αποδέκτη σίγουρα –και είναι εκεί, αθέατη ή ορατή, μαζί του.

Ποια είναι η διαφορά τού να γράφει κανείς ποιήματα απ’ το να ζει ποιητικά –ή ακόμη και να εντάσσει τον εαυτό του στην ποιητική λειτουργία;

Για μένα ποίηση, ποιητική λειτουργία και τέχνη είναι σχεδόν ταυτόσημα. Αλλάζει κάθε φορά ο κώδικας έκφρασης: γλώσσα όταν γίνεται ποίηση, ήχος όταν γίνεται μουσική κ.λπ. Το να ζεις ωστόσο ποιητικά, όπως λέτε, εάν δεν ταυτιστεί με την έννοια που έδωσε ο Χαίλντερλιν όταν έγραφε «όλο μόχθους και όμως ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος πάνω στη γη ετούτη» και ερμηνευτεί με την τρέχουσα παραφθαρμένη σημασία, δεν ξέρω εάν έχει κάποια σχέση με το βαθύτερο νόημα της ποιητικής λειτουργίας. Αυτής που απαιτεί εγρήγορση, μετασχηματισμό, τόλμη, αυθαιρεσία ενίοτε, αφοσίωση, αγώνα, επιμονή. Το να ζει κανείς μέσα σ’ αυτή τη συνεχή αναμόχλευση του νου και της ψυχής του, στη συνεχή εγρήγορση, ναι, θα μπορούσε αυτό να είναι αληθινά ποιητικό!

Ποιο είναι το λίγο και ουσιώδες της ζωής, σύμφωνα με τον Οδυσσέα Ελύτη, «του ολίγου και ακριβούς»;

Μα, η ίδια η ζωή στη στοιχειακή της αλήθεια, στην καθαρότητα των πηγών της, στη διαύγεια των αισθημάτων, στο μεγαλείο της σκέψης, στη δύναμη της ψυχής, στην ανάγνωση των μυστικών της σημάτων.

Ο ίδιος πώς ζούσε στην καθημερινότητά του; Και με ποιο τρόπο μετουσίωνε απλά, καθημερινά πράγματα, σε ποίηση;

Όπως η ποίηση είναι υπέρβαση, άρση των αντιθέσεων, ελεύθερη, συνδυαστική φαντασία, αλλά και τάξη και οριοθέτηση, έτσι και ο ποιητής μπορεί να γίνεται παραγωγός θαυμάτων, αλλά συνάμα είναι και ένας επίμονος καλλιεργητής, με «λογισμό και μ’ όνειρο» οπλισμένος. Ο Ελύτης ζούσε με τάξη και πρόγραμμα, με αφοσίωση στη δουλειά του, πάντα πολύ απλά. Δεχόταν τα ερεθίσματα αναμφίβολα, αλλά ο θεματικός πυρήνας των ποιημάτων του δεν ήταν ανιχνεύσιμος –τις περισσότερες φορές και σε πρώτο επίπεδο– μέσα στην τρέχουσα πραγματικότητα. Μία ιδιαίτερα εσωτερική διαδικασία νοηματοδοτούσε τα θέματά του και τα μετουσίωνε γλωσσικά.

 

Ιουλίτα Ηλιοπούλου Φωτογραφία: Αλεξάνδρα Αργύρη

«Μόνος κυβέρνησα τη θλίψη μου… Μόνος απέλπισα το θάνατο…». Συνηθίζεται εμείς, οι αναγνώστες των ποιητών, να τους φανταζόμαστε –έξω από κάθε κοινωνικότητα– μέσα στη μοναξιά τους, να δημιουργούν, να μελαγχολούν, να πέφτουν μόνοι και να ορθώνουν έπειτα ξανά το ανάστημά τους, αντλώντας θάρρος από μία μυστική δύναμη που πηγάζει απ’ το μέσα τους. Έτσι λειτουργούσε και ο Ελύτης;

 Είναι άλλο η πνευματικότητα και άλλο η αντικοινωνικότητα, άλλο η εσωτερικότητα και άλλο η μελαγχολία. Ο Ελύτης δεν είχε καλή σχέση με τη μελαγχολία, ούτε με την απομόνωση. Είχε αγάπες, φίλους και συνεργάτες σε όλο τον βίο του και πάντοτε έπαιρνε μία στάση θετική απέναντι στη ζωή, με όλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες της. Η στόχευσή του στο ουσιώδες, η βαθιά του πίστη στη δύναμη της ποιητικής τέχνης, η διαρκής αναζήτηση του καίριου, αποτελούσαν τρόπο ζωής, δράσης και αντίδρασης στις δυσχέρειες.

Πώς εργαζόταν ο ποιητής; Πόσες ώρες αφιέρωνε καθημερινά στην ποίησή του;

 Ο ρυθμός της καθημερινότητας και της εργασίας, έτσι κι αλλιώς, αλλάζει ανάλογα με τις διαφορετικές φάσεις ζωής μας. Ο Ελύτης δούλευε πάντα στα γραφτά του, είτε ήταν ποίηση είτε πεζά. Όταν αφοσιωνόταν σε ένα έργο δούλευε συστηματικά από το πρωί, με μικρές διακοπές για τη διευθέτηση πρακτικών θεμάτων. Οι ώρες της νύχτας ήταν πάντα οι πιο αποδοτικές.

Προτιμούσε ο ίδιος τη μέρα και το φως απ’ το σκοτάδι, αν και συνηθίζεται οι ποιητές να εμπνέονται απ’ αυτό;

Ο Ελύτης δόμησε ολόκληρο το έργο του με άξονα το φως, διαμόρφωσε μία «ηλιακή μεταφυσική» –δεν μιλούμε απλώς για μία φυσική προτίμηση, αλλά για μία πολυσήμαντη έννοια.

 Απαιτούσε απόλυτη σιωπή όταν έγραφε;

 Απομονωνόταν; Αγαπούσε την ησυχία τις ώρες δουλειάς, αλλά τίποτε απόλυτο ή εξεζητημένο. Η απομόνωση άλλωστε δεν ήταν στον χώρο, αλλά στην εσωτερική διαδικασία του στοχασμού.

Ακόμη και όταν δεν έγραφε, αισθανόσασταν ότι ήδη έγραφε στο μυαλό του τα επόμενά του έργα;

Πάντα οι σκέψεις, οι λέξεις, οι ιδέες κυκλοφορούν. Βέβαια, δεν γράφει κανείς μόνο την ώρα που πιάνει την πένα. Πολλές φορές τον απασχολούσε ένας στίχος, μια λέξη που έλειπε, και που μπορούσε να τη βρει σε ανύποπτο χρόνο εκτός της διαδικασίας γραφής.

Υπήρχαν έργα που αγαπούσε ιδιαίτερα, δικά του ή άλλων;

 Ο ίδιος αγαπούσε να προχωρά στο επόμενο. Να αλλάζει φόρμα παραμένοντας ο ίδιος. Δεν αναφερόταν επιλεκτικά σε έργα του. Αντιθέτως, αναφερόταν συχνά στον Διονύσιο Σολωμό ή τον Χαίλντερλιν.

Ποιος μπορούσε να ονομαστεί ποιητής κατά τη γνώμη του;

 Νομίζω ότι το έργο, και ο χρόνος εντέλει, η ιστορία, απονέμουν τίτλους και ονόματα. Οι επιλογές του Ελύτη στα πεζά κείμενά του δίνουν το μέτρο, δίνουν με απόλυτη σαφήνεια το εύρος αλλά και την ειδοποιό διαφορά της σημασίας «ποίηση» και κατ’ επέκταση «ποιητής».

Η ανθρώπινη ευαισθησία και η πνευματικότητα του Οδυσσέα Ελύτη πώς συνδυαζόταν με τη διανοητική δύναμη της σκέψης του, με τη ρωμαλέα αλλά ταυτόχρονα λυρική γραφή του;

 Δεν βλέπω τίποτε το αντιφατικό σε όσα αναφέρετε. Πνευματικότητα και διανοητική δύναμη, λυρισμός και ευαισθησία, είναι ζεύγη συμπληρωματικά και αμφίδρομα, καλοί αγωγοί της ενέργειάς τους.

Οδυσσέας Ελύτης

Ο κόσμος, γιατί ενώ είναι μικρός είναι ταυτόχρονα και μέγας, όπως είναι και ο τίτλος της εξαιρετικής έκδοσης του Ίκαρου που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε επιμέλεια δική σας; Αυτός ήταν και ο κόσμος του Οδυσσέα Ελύτη;

 Τα μικρά, ταπεινά στοιχεία του κόσμου τούτου είναι αυτά που έχουν τη μέγιστη σημασία, αξία και διάρκεια. Είτε πρόκειται για ένα φύλλο μέντας, για μια ακρογιαλιά, μία λέξη ή μία αγκαλιά. Ο κόσμος των μικρών μονάδων που παρουσιάζεται στο «Δοξαστικόν», για παράδειγμα, αποτυπώνει ταυτόχρονα το μεγαλείο του μυστηρίου της ύπαρξης και το ουσιώδες της δικής του ελληνικής ταυτότητας.

Μιλήστε μας γι’ αυτή την καινούρια έκδοση: «“Ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!” του Οδυσσέα Ελύτη με τη μουσική του Γιώργου Κουρουπού», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος…

Πρόκειται για πορτρέτο του ποιητή, για μια σύντομη και ουσιαστική περιπλάνηση στον αυτοβιογραφικό και δοκιμιακό λόγο του Ελύτη, μαζί με μία ανθολόγηση χαρακτηριστικών ποιητικών μονάδων που ιχνογραφούν στα μάτια του μυημένου ή και κυρίως του αμύητου αναγνώστη, τις ποιητικές του αρχές, το αξιακό του σύστημα. Εικαστικά έργα του ποιητή, τέμπερες και συνεικόνες, φωτογραφικό υλικό, κοσμούν την έκδοση, που περιλαμβάνει όχι μόνο την εικόνα, αλλά και τον ήχο της ποίησης. Απαγγελίες, μουσικές συνοδείες παράλληλα με τον λόγο, αλλά κυρίως μελοποιημένη ποίηση του Ελύτη από τον Γιώργο Κουρουπό, αποτυπώνονται στα δύο cds που περιλαμβάνει. Πρόκειται για μια σπουδαία μελοποίηση, που επιτυγχάνει να προσφέρει όλη την απόλαυση του ευφρόσυνου λυρικού ακούσματος μέσα από γοητευτικά τραγούδια, αλλά και να δείξει τη βαθιά σχέση λέξης και μουσικής φράσης, κι έτσι να οδηγήσει τον ακροατή βαθύτερα στη μαγεία του ποιητικού κόσμου. Παράλληλα, όλο αυτό το υλικό ποιητικού και πεζού λόγου μεταφέρεται σε τέσσερις άλλες γλώσσες. Μεταφράσεις σε αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά περιλαμβάνονται σ’ αυτή την πεντάγλωσση ανθολογία.

Τη μαγεία αυτή του Οδυσσέα Ελύτη πώς την ανακαλύψατε εσείς; Ποιο ήταν δηλαδή το σημείο εκείνο που ο Οδυσσέας Ελύτης έγινε ο σημαντικότερος όλων για σας προσωπικά, για την καθημερινότητά σας, για την παρουσία του –ακόμη και εν τη απουσία του σήμερα;

Η πρώτη ουσιαστική συνάντησή μου μαζί του, με το έργο του εννοώ, έγινε όταν ήμουν μαθήτρια και διάβασα τα «Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας». Από μία συλλογή ιδιότυπη, μπορεί να πει κανείς, ποιημάτων θεωρίας, προσέγγισα μετά και τον λυρισμό και τον φιλοσοφικό στοχασμό και τη μαγεία της γλώσσας του. Η συνάντηση αυτή συνεχίζεται –η επαφή και μελέτη του έργου του εννοώ.

Ποιες ήταν ωστόσο οι δυσκολίες τού να συμβιώνετε με μία από τις σημαντικότερες μορφές πνευματικότητας της Ελλάδας;

Ο Ελύτης δεν έχανε ποτέ το ανθρώπινο μέτρο. Ζούσε απλά, εφαρμόζοντας στη ζωή του αρχές του έργου του, ζούσε τιμώντας το λίγο και ακριβές, το ουσιαστικό, το ταπεινό που μπορεί να είναι ανεκτίμητο. Είχε μεγάλη ενέργεια, θετική στάση απέναντι στη ζωή, σεβασμό για τον άλλο. Έδινε χώρο σε όσους αγαπούσε, ενδιαφερόταν να βρει ο άλλος τον δικό του δρόμο. Αυτά όλα είναι πολύτιμα σε μία συνύπαρξη.

Σε ποιες στιγμές βρίσκεται παρών στη ζωή σας σήμερα;

Μα, οι άνθρωποι που αγαπούμε ζουν μέσα μας έτσι κι αλλιώς. Ο Ελύτης μάλιστα είναι διαρκώς παρών. Μην ξεχνάτε ότι ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς μου –εκτός της προσωπικής μου γραφής– έχει σχέση με το έργο του. Μελετώ το έργο του, συνεργάζομαι με μεταφραστές και μελετητές γι’ αυτό, απαγγέλλω ποίησή του.

Ο Ελύτης ήταν επίσης ο ποιητής που ύμνησε όσο λίγοι με την τέχνη του την Ελλάδα, τις ομορφιές της, τα νησιά… Ποια ήταν η δική του σχέση με τη θάλασσα, τα ταξίδια, ποια νησιά αγαπούσε;

Ο νησιωτισμός στην ποίησή του είναι ένα ιδιαίτερο θέμα, που υπάρχει και εξελίσσεται σε όλο το έργο του. Πρόκειται απλά, θα έλεγα, για την ταυτότητα του Έλληνα, πρόκειται για το δακτυλικό αποτύπωμά του, αποτύπωμα που δημιούργησε η τέχνη, η ιστορία, η φυσική διαμόρφωση. Ο Ελύτης ταξίδευε αρκετά στα ελληνικά νησιά. Οι Σπέτσες, ως τόπος καλοκαιρινής διαμονής των παιδικών του χρόνων, διαμόρφωσαν, θα έλεγα, τη νησιωτική του συνείδηση. Αργότερα οι Κυκλάδες βέβαια ήταν προορισμός εξερεύνησης, μια και πρόλαβε αυτά τα νησιά σε παρθένα κατάσταση.

Ξεχώριζε την Κύπρο απ’ την Ελλάδα;

Αγαπούσε την Κύπρο –πέρα από το γεγονός ότι υπήρξε το καταφύγιό του για κάποιους μήνες στην περίοδο της δικτατορίας στην Ελλάδα– τιμούσε την ιστορία της, θαύμαζε την εργατικότητα πολλών Κυπρίων, αγωνιούσε για την τύχη της. Πώς να ξεχωρίσει την Κύπρο απ’ την Ελλάδα, που με ρωτάτε, αφού, όπως έγραψε, «όπου γλώσσα πατρίς»;

Εκείνος αντιλαμβανόταν το μέγεθος της σπουδαιότητάς του;

Δεν είχε οίηση, εάν αναφέρεστε σε κάτι τέτοιο.

Οδυσσέας Ελύτης

Ούτε όταν του απονεμήθηκε το Νόμπελ πίστεψε πως ήταν πράγματι σημαντικός και αξιομνημόνευτος;

Το Νόμπελ δεν άλλαξε κάτι στη ζωή του. Του απέσπασε ίσως δύο χρόνια δουλειάς, γιατί ήταν αναγκασμένος να ανταποκριθεί σε κάποιες προτάσεις, να διαχειριστεί μια τεράστια αλληλογραφία, να πραγματοποιήσει ταξίδια. Με την ίδια όμως αφοσίωση με πριν, μόλις κόπασε ο μεγάλος θόρυβος του Νόμπελ, επέστρεψε στο ίδιο, μικρό του γραφείο, στα γραφτά του, πολεμώντας αυτό «το Δεν και το Αδύνατον του κόσμου ετούτου».

«Μ’ ένα τίποτα έζησα / μονάχα οι λέξεις δε μου αρκούσαν…». Σε ποιες περιπτώσεις του αρκούσαν μοναχά οι λέξεις –και μόνο αυτές;

Οι λέξεις δεν αρκούν ποτέ, γιατί συνεχίζουμε και γράφουμε και αναζητούμε μία νέα διατύπωση, μία διαφορετική αποτύπωση μιας καινούριας σκέψης.

Είχε φίλους; Του άρεσαν οι συναναστροφές;

Ή και σ’ αυτό ήταν ιδιαίτερα –και πολύ– επιλεκτικός; Και βέβαια είχε φίλους. Στενοί του φίλοι υπήρξαν αίφνης ο Εμπειρίκος, ο Μόραλης, ο Γκάτσος και πολλοί άλλοι. Ο Ευάγγελος Λουίζος, για παράδειγμα, ο εκδότης ο Νίκος Καρύδης, ο Τάκης Χορν. Διατηρούσε φιλίες μάλιστα και από την εποχή του Πανεπιστημίου, φιλίες που κράτησε ως το τέλος της ζωής του.

Σημαντικό κομμάτι της ποίησής του είναι και ο έρωτας. Πώς τον αντιλαμβανόταν; Ως έναν ακόμη θεό; Ως κάτι αθώο; Ως κάτι που όταν συμβαίνει σιωπούν όλα τα άλλα της ύπαρξης;

Ο έρωτας είναι ένα πρωταρχικό στοιχείο στο έργο του, που διαχέεται στη γραφή του, που υπάρχει είτε ως ερωτική σύλληψη του κόσμου, είτε ως αισθήσεις επεξεργασμένες πνευματικά, είτε ως φυσική προσέγγιση. Είναι ό έρωτας μες «στην αγκαλιά ο ένας του άλλου», αλλά και η πίστη «ότι ο έρωτας δεν είναι αυτό που ξέρουμε μήτε αυτό που οι μάγοι διατείνονται. Αλλά ζωή δεύτερη ατραυμάτιστη στον αιώνα».

Υπήρξατε, κυρία Ηλιοπούλου, το λεπτοκαμωμένο εκείνο κορίτσι με τα μακριά μαύρα μαλλιά, πάντα δίπλα στον ποιητή και στις λογοτεχνικές παρέες. Τι κρατάτε σήμερα στη μνήμη σας από όλες αυτές τις εικόνες;

Αυτό που κρατώ δεν είναι μνήμη, αλλά είναι η επιθυμία να υπάρχω με την ίδια καθαρότητα, σεβασμό και αγάπη απέναντι στα δημιουργήματα του νου και της τέχνης –απέναντι στη ζωή.

Εσείς πότε συναντηθήκατε με την ποίηση;

Εάν εννοείτε πότε άρχισα να γράφω, αρκετά μικρή, στο δημοτικό σχολείο.

Πόσο άλλαξε η οπτική σας απέναντί της αφότου «γνωρίσατε» τον Ελύτη;

Τον Ελύτη τον γνώρισα νωρίς στη ζωή μου. Για μένα τότε και τώρα αποτελούσε και αποτελεί την πραγμάτωση της θαυμαστής πληρότητας περιεχομένου και έκφρασης –σας το λέω όπως το εξέφραζα τότε, μαθήτρια.

Από όσα σας έλεγε κατά καιρούς, ποιο είναι εκείνο που θα κρατούσατε για τη σημερινή εποχή;

Απ’ όσα μας έλεγε, σε όλους, και μας λέει καθημερινά μέσα απ’ το έργο του, ας κλείσουμε με την προτροπή να αναζητήσουμε μες στην πραγματικότητά μας «το βαθύτερο νόημα ενός ταπεινού παραδείσου, που είναι ο αληθινός μας εαυτός, το δίκιο μας, η ελευθερία μας, ο δεύτερος και πραγματικός ηθικός μας ήλιος».

Μάθετε περισσότερα για την πεντάγλωσση ανθολογίας “Ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!” του Οδυσσέα Ελύτη με τη μουσική του Γιώργου Κουρουπού.

Έτικέττες:
Ιουλίτα Ηλιοπούλου
,
Οδυσσέας Ελύτης