«Εκείνο που μένει είναι η βία κι ο ανθρώπινος πόνος» | Συνέντευξη του Juan Gabriel Vásquez στην εφημερίδα «Τα Νέα»

Συνεντεύξεις Μάρτιος 30, 2022

Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε ο κολομβιανός συγγραφέας στον Νίκο Κουρμουλή για την εφημερίδα Τα Νέα, με αφορμή το βιβλίο του Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω, μια ιστορία για τις σχέσεις γονέων και παιδιών, σημαδεμένες από τις πολιτικές ιδέες και τον φανατισμό.

 

Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω

Ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες είναι σήμερα ένας από τους πιο αγαπητούς συγγραφείς του ελληνικού κοινού, από την πρόσφατη σχετικά βιβλιοπαραγωγή. Γεννημένος το 1973 στην Μπογκοτά της Κολομβίας και με σπουδές στη Σορβόννη, ο Βάσκες τόσο στα μυθιστορήματα όσο και στις συλλογές διηγημάτων του διεισδύει στις ζωές ανθρώπων που έπαιξαν τον δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση του ιστορικού γίγνεσθαι στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας παρακολουθεί τις κρυμμένες εσοχές του ατόμου σε σχέση με το κοινωνικό του περιβάλλον, που συνεχώς μεταβάλλεται. Οι αναταράξεις και οι δύσκολες συμπλεύσεις. Στο τελευταίο του ογκώδες μυθιστόρημα με τίτλο «Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω» (μτφρ: Αχιλλέας Κυριακίδης, Ικαρος, 2021), ο συγγραφέας έχει ως κεντρικό αφηγητή τον σκηνοθέτη Σέρχιο Καμπρέρα (πραγματικό πρόσωπο). Εν αναμονή της ρετροσπεκτίβας των έργων του στη Βαρκελώνη, ο Καμπρέρα ανασυνθέτει την ιστορία της οικογένειάς του. Ενα απίθανο οδοιπορικό που ξεκινά από τον Εμφύλιο, περνά από την επαναστατημένη Κολομβία, τη Μαοϊκή Κίνα, για να εκβάλει στο σήμερα. Ανθρωποι που πίστεψαν στο όνειρο και χάθηκαν στα σωθικά του. Το βιβλίο κέρδισε πρόσφατα το βραβείο Βάργκας Λιόσα.

Προσφάτως η πολιτική επανακάμπτει στον ιστό του μυθιστορήματος. Πώς βλέπετε εσείς αυτήν την αλλαγή θερμοκρασίας;

Αυτό γινόταν στη Λατινική Αμερική απ' όσο θυμάμαι τον εαυτό μου. Το μυθιστόρημα παραμένει άρρηκτα δεμένο με ό,τι εννοεί ο καθένας ως πολιτική έκφραση, και αυτό διότι οι συγγραφείς της περιοχής γνωρίζουν πολύ καλά το εξής πρόβλημα: η ιστορία συνήθως ψεύδεται και η μυθοπλασία έρχεται να αποδώσει τις κρυφές πτυχώσεις των γεγονότων και να αφήσει την αφήγηση κυρίως σε αυτά. Οσον αφορά το σήμερα που λέτε, πράγματι αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον για τον δημόσιο-πολιτικό διάλογο και μέσα από τη λογοτεχνία. Ενας σημαντικός παράγοντας έχει να κάνει με τις πολύπλευρες αναγνώσεις και τα βιώματα εκείνου του σύμπαντος που αποκαλούμε κρίση. Αν κοιτάξουμε πάντως την ιστορία της λογοτεχνίας, θα δούμε πως σε εποχές αναταράξεων παράγονται ικανές γραφές. Έτσι πεζογραφική φόρμα - από εκεί που ισχυρίζονταν κάποιοι πως πεθαίνει γίνεται ξανά το πεδίο όπου διατυπώνονται κομβικά ερωτήματα σε μια περίοδο σύγχυσης.

Τελευταία πληθαίνουν τα μυθιστορήματα όπου τα αληθινά περιστατικά από τον βίο των πεζογράφων αποτελούν την κύρια αφηγηματική γραμμή. Αυτή η μορφή αυτομυθοπλασίας τελικά είναι μόδα ή ανάγκη;

Μπορώ να πω ότι η λέξη αυτομυθοπλασία με ενοχλεί. Γιατί στηρίζει τη βάση της ύπαρξης της στο να μας επιβάλλει κάτι υποτίθεται νέο, ενώ ουδόλως είναι. Θα σας εξηγήσω τι εννοώ. Στη «Θεία Κωμωδία» ο Δάντης έχτισε τα θεμέλια του ποιητικού δράματος, πάνω σε αναγνωρίσιμα στοιχεία της ταυτότητάς του, σε συνδυασμό με αληθινές συντεταγμένες της ζωής του. Παρόμοιες τεχνικές χρησιμοποιούσαν οι συγγραφείς για δεκαετίες. Παρ' όλα αυτά σήμερα, η σχέση πολλών με την αφήγηση έχει μετασχηματιστεί. Συγγραφέων και αναγνωστών. Δεν εμπιστευόμαστε εύκολα την καθαρή μυθοπλαστική έμπνευση. Αν ήμουν απόλυτος, θα έλεγα πως αυτό είναι κάκιστο για την τέχνη της γραφής. Ισως όμως να είναι ένας νέος τρόπος να προσεγγισθεί το υλικό μας. Να σμιλευθεί από την αρχή το πνευματικό μας φορτίο. Για πολλούς συγγραφείς, η εφεύρεση ενός καθαρά μυθιστορηματικού χαρακτήρα, ίσως μειώνει τις δυνατότητες του κειμένου τους. Στο αρχικό σας δίλημμα, θα απαντούσα πως το πλήθος των «βασισμένων σε αληθινά γεγονότα» ιστοριών, αποτελούν ένα τεστ για να ξαναδούμε την αντοχή των πρώτων υλών μας.

Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω

Ποιο ήταν το σκεπτικό σας όταν αρχίζατε να υφαίνετε το «Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω»;

Να ξεκαθαρίσω ότι δεν δουλεύω τα βιβλία μου πάνω σε γενικές και αφηρημένες ιδέες. Στο εν λόγω μυθιστόρημα με συνεπήρε η ζωή και τα πάθη των πρωταγωνιστών μου, κάτι το οποίο συμβαίνει σε κάθε μου κυκλοφορία. Η διαφορά στο «Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω» έγκειται στο ότι ο κεντρικός χαρακτήρας και έμμεσος αφηγητής του βιβλίου είναι ένας αγαπημένος εν ζωή φίλος μου. Διαπίστωσα σχετικά νωρίς πως ο εντυπωσιακός βίος του δεν εξαντλείται μόνο σε κάτι εξωτικό ή περιπετειώδες για μένα. Αλλά είναι εξίσου σημαντικός για το πώς διαμορφώθηκε ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας του 20ού αιώνα. Τα βιώματά του απλώνονται σε μερικές από τις μεγαλύτερες διαμάχες της πρόσφατης παγκόσμιας ιστορίας: από τον Ισπανικό Εμφύλιο, την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο, μέχρι τα αντάρτικα κινήματα της Λατινικής Αμερικής κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60.

Η οικογένεια Καμπρέρα μεγάλωσε κυριολεκτικά πάνω στη σκηνή: θέατρο, τηλεόραση, κινηματογράφος. Ταυτόχρονα αγκάλιασε το επαναστατικό όραμα μιας κομμουνιστικής ουτοπίας. Τι συμβολίζει για εσάς αυτή η οικογένεια;

Στις αφηγήσεις μου εξερευνώ σχεδόν πάντα τον μεταιχμιακό χώρο μεταξύ της ατομικής συνείδησης και της δημόσιας-κοινωνικής έκφρασης. Κάτι που διαμορφώθηκε μέσα μου ήδη από το μυθιστόρημα «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» (μτφρ: Αχιλλέας Κυριακίδης, Ικαρος). Προσωπικά η ιστορία του Σέρχιο Καμπρέρα και της οικογένειάς του φαίνεται να δείχνει το ταβάνι της εμμονής μου αυτής. Τα ερωτήματα που με απασχόλησαν εδώ ήταν βασικά δύο: πώς διαχειρίζεσαι τα τυχαία γεγονότα που επηρεάζουν κάθετα τη δική σου ιστορία ζωής και πώς η πολιτική διαμορφώνει τις προσωπικές σου σχέσεις. Υπάρχει μια οικογένεια στο επίκεντρο η οποία μεταφέρει στον πρωταγωνιστή το ασήκωτο βάρος των επιλογών της. Και παράλληλα όλοι τους διαμορφώθηκαν από τις αόρατες, πιεστικές δυνάμεις των ασυνεχειών της ιστορίας. Ακόμη με εξιτάρει αυτό.

Στο βιβλίο βλέπουμε τους πρωταγωνιστές σας να εμπλέκονται διαχρονικά με αυτό που ονομάζουμε γενικά πάλη των ιδεών. Από το κοπιαστικό οδοιπορικό αυτό, τι μένει σήμερα;

Αυτό αναρωτιέμαι κι εγώ. Το μυθιστόρημα προσπαθεί να δώσει μια απάντηση, όμως χρειάζεται οι αναγνώστες να απαντήσουν από μόνοι τους. Ισως όμως εκείνο που μένει να είναι η βία κι ο ανθρώπινος πόνος. Ομολογώ ότι είμαι κοντά στη σκέψη του Αλμπέρ Καμύ. Στο βιβλίο του «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (μτφρ: Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ, Μαρία Κασαμπαλόγλου-Ρομπλέν, Πατάκης), ο στοχαστής αναπτύσσει τη συλλογιστική πως είναι αδύνατον να υπερασπιστούμε τον φόνο οποιουδήποτε ανθρώπου, ακόμη και ως αντιστάθμισμα στη δικαιοσύνη. Το πιστεύω αυτό. Ομως στο βιβλίο μου, προσπαθώ να εξερευνήσω τα παράξενα μονοπάτια από τα οποία ταξιδεύουν οι ιδέες και σχηματίζουν αδήριτα τη ζωή μας. Αγωνιώ να ανακαλύψω τις πηγές της μεγάλης αφήγησης, εάν υπάρχει στις μέρες μας κάτι τέτοιο.

Ο βασικός πρωταγωνιστής σας, ο Σέρχιο, είναι σκηνοθέτης. Βουτά στα κιτάπια της μνήμης, προσπαθώντας να ξεχωρίσει την αλήθεια από το μύθευμα. Αυτό είναι ίσως και μία από τις χίμαιρες του καλλιτέχνη;

Πράγματι ο Σέρχιο παρευρίσκεται σε μια ρετροσπεκτίβα των έργων του, όταν πεθαίνει ο πατέρας του. Ο γάμος του βρίσκεται σε κρίση, όπως και η ιδιαίτερη πατρίδα του. Η δύσκολη αυτή κατάσταση τον ωθεί να ξανασυναντήσει το παρελθόν του. Αυτή η βουτιά όπως λέτε είναι συνήθως προβληματική, διότι το παρελθόν συνεχώς αλλάζει μέσα μας. Αυτό είναι χιμαιρικό. Προσπάθησα μέσα από την ιστορία του μυθιστορήματος να καθρεφτίσω τον σεβασμό μου για την προσπάθεια του Σέρχιο. Ο οποίος μαζί με την αδελφή του, έφεραν στην επιφάνεια πράγματα που αγωνίστηκαν να ξεχάσουν μια ζωή. Αυτό οπωσδήποτε είναι μια πράξη θάρρους. Το να ανασύρεις ό,τι σε πόνεσε, είναι ζόρικο.

Η γλώσσα που χρησιμοποιείτε είναι συμμετρική, περιγραφική στη λεπτομέρεια, βγάζοντας προς τα έξω τις εσωτερικές σκέψεις των ηρώων. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για τον αφηγηματικό σας τρόπο;

Σας ευχαριστώ για την παρατήρηση. Πιστεύω ότι στα μυθιστορήματά μου αναζητώ πάντα την ισορροπία ανάμεσα στον κόσμο των αισθήσεων και στη δυνατότητα της μυθοπλασίας να διαπερνά το ασυνείδητο, ανατέμνοντας τον πνευματικό κόσμο μας. Παρατηρώ ασταμάτητα την πραγματικότητα γύρω μου. Στα βιβλία μεταφέρω μεγάλο μέρος αυτών των ερεθισμάτων στον βαθμό που μπορούν να γίνουν μέρος της δικής μου μνήμης και εμπειρίας. Πάντοτε μου άρεσαν συγγραφείς όπως ο Τολστόι, ο Φόκνερ, ο Μάρκες, όπου στα βιβλία τους μπορείς να έχεις πολλές ζωές. Επίσης αισθάνομαι κοντά και σε συγγραφείς που αναδεικνύουν τις κρυφές εσοχές της ύπαρξής μας, όπως οι Προυστ, Γουλφ ή Χαβιέ Μαρίας. Ετσι προσπαθώ να χρησιμοποιώ μια γλώσσα που θα μπορεί να συνδέσει όλα τα παραπάνω.

Ποιο είναι το επίπεδο της λογοτεχνίας στη Λατινική Αμερική σήμερα; Ξεχωρίζετε κάποιους συγγραφείς;

Είναι τόσο πολλοί. Θα σας πω ότι προσωπικά οι συγγραφείς που με καθόρισαν ήταν ο Μάριο Βάργκας Λιόσα και η Ελενα Πονιατόφσκα. Υπάρχουν πολλοί που γεννήθηκαν μέσα στη δεκαετία του '90 και κάνουν εξαιρετική δουλειά, στον δρόμο για την κατανόηση των αντιφάσεων της ηπείρου. Θα μπορούσα να πω επιγραμματικά πως ξεχωρίζω τον Ρικάρντο Σίλβα, τη Φερνάντα Μελτσόρ, τη Μαριάννα Ενρίκες και τη Βαλέρια Λουισέλι. Γέφυρα των παλιών και των νέων για μένα δεν είναι άλλος από τον Λεονάρντο Παδούρα.

 

Διαβάστε περισσότερα για το Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω.

Έτικέττες:
Juan Gabriel Vásquez
,
Γυρίζοντας το βλέμμα πίσω
,
Εφημερίδα Τα Νέα
,
Συνέντευξη