Βασίλης Διοσκουρίδης

Uncategorized Ιανουάριος 27, 2012

Γράφει η Κατερίνα Καρύδη, εκδότρια

Τον Βασίλη Διοσκουρίδη που αποχαιρετήσαμε λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, τον γνωρίσαμε το 1985. Λίγους μήνες μετά το θάνατο του πατέρα μας ο Οδυσσέας Ελύτης μας έδειχνε έμπρακτα την εμπιστοσύνη του και τη στήριξή του, δίνοντας μας προς έκδοση τον “Μικρό Ναυτίλο.”

Η ευθύνη ήταν μεγάλη, και ο θρυλικός Παναγιώτης Μέρμηγκας, μόνιμος ως τότε επιμελητής των εκδόσεων Ίκαρος, είχε μόλις συνταξιοδοτηθεί με προβλήματα υγείας. Η ως τότε βοηθός του Τζούλια Τσιακίρη, αν και καθ΄όλα επαρκής  η ίδια, μας πρότεινε να αναλάβει την επιμέλεια και διόρθωση του “Μικρού Ναυτίλου” ο Βασίλης, γνωστός τότε ως ο εκδότης του περιοδικού Εκηβόλος.

Οι γνώσεις, η παιδεία, το κύρος και το ήθος του μας έδιναν μεγάλη σιγουριά οτι θα βγούμε ασπροπρόσωπες στον Ελύτη, οτι θα διατυμπανίσουμε με τον καλύτερο τρόπο την συνέχιση της παράδοσης των υποδειγματικά επιμελημένων εκδόσεων του Ίκαρου.

Αυτή ήταν η αρχή. Με τον Βασίλη και την Τζούλια κάναμε πολλά βιβλία στη συνέχεια, και ζήσαμε χαρές, αγωνίες, εντάσεις, επιβραβεύσεις, όλα αυτά που συνεπάγεται η έκδοση ενος βιβλίου.

Μέχρι που αφοσιώθηκαν στο Ροδακιό τους.

Θέλω να σταθώ και να περιγράψω όπως μπορώ μια σκηνή που με κάνει και χαμογελάω όποτε τη θυμάμαι. Εχουμε πάει τελετουργικά όλοι μαζί, ο Βασίλης, η Χρυσή και εγώ στο σπίτι του Στέφανου Κουμανούδη για μας παραδώσει το “Ημερολόγιο 1845-1867” του παππού του επίσης Στέφανου Κουμανούδη προς έκδοση. Ξεφυλλίζουμε όλοι μαζί το περιεχόμενο ενός μπλέ ντοσιέ, συζητάμε τις ιδιαιτερότητες του κειμένου και πώς θα τις αντιμετωπίσουμε, συμφωνούμε στο σχήμα, τη γραμματοσειρά, τη μορφή της σελίδας και βεβαίως οτι το βιβλίο θα είναι πολυτονικό με βαρείες πράγμα αυτονόητο για τον Βασίλη και για μας.

Είμαστε έτοιμοι να φύγουμε, όρθιοι με τα πανωφόρια μας και ο Κουμανούδης δεν μπορεί να αποχωριστεί το μπλέ ντοσιέ. Γνωστό σύνδρομο παράδοσης χειρογράφου. Το βαστάει απο τη μια ο Βασίλης και από την άλλη εκείνος και δεν του το δίνει. Σαν τα παιδιά που θυμούνται οτι διψάνε όταν τα βάζεις για ύπνο για να παρατείνουν την παραμονή σου στο δωμάτιο τους, ρωτάει και ξαναρωτάει: “Θα είναι πολυτονικό με βαρείες;” “Ναι” του λέμε. “Με βαρείες !”διευκρινίζει. “Ασφαλώς” ξαναλέμε. “Προσοχή, οχι απλώς πολυτονικό αλλά και με βαρείες” λέει τραβώντας το μπλέ ντοσιέ. “Οπωσδήποτε με βαρείες” λέμε. “Ναι αλλά με βαρείες” ξαναλέει. Και τότε ο Βασίλης έχοντας χάσει την Ιώβεια υπομονή του, τραβάει με δύναμη το ντοσιέ και αναφωνεί: “Μα επιτέλους κύριε Κουμανούδη, δεν έχετε καταλάβει. Εγώ ΕΙΜΑΙ η βαρεία!”

Αυτός ήταν ο Βασίλης.

Και κάτι ακόμα: Σε κάποιο απο τα πολλά δημοσιεύματα που ακολούθησαν το θάνατο του Βασίλη διάβασα, οτι “τη δεκαετία του 80, μαθήτευσε σαν διορθωτής στις εκδόσεις Ίκαρος.”

Λάθος! Εμείς μαθητεύσαμε κοντά του, διόρθωση και άλλα πολλά.

Έτικέττες:
Βασίλης Διοσκουρίδης