Η δημοσιογράφος Αλεξάνδρα Καστάνια μάς συνάντησε στο βιβλιοπωλείο του Ίκαρου και ετοίμασε ένα κείμενο για τα 70 χρόνια μας. Την ευχαριστούμε πολύ.
Ο εκδοτικός οίκος «Ίκαρος» συμπληρώνει αισίως τη φετινή χρονιά επτά δεκαετίες ζωής και δημιουργικής πορείας. Τη σκυτάλη ετοιμάζονται να πάρουν – έπειτα από τα παιδιά – τα εγγόνια του Νίκου Καρύδη, ενός εκ των τριών ιδρυτών του, και ο εκδοτικός οίκος μεταβαίνει με σταθερά βήματα από τα χρόνια της ποίησης του Ελύτη, του Σεφέρη, του Καβάφη και άλλων κλασικών στην ψηφιακή εποχή.
«Τι λες, φτιάχνουμε εκδοτικό οίκο;». Η ερώτηση τέθηκε από τον 31χρονο - τότε - Αλέκο Πατσιφά στον 24χρονο Μάριο Πλωρίτη, στο βιβλιοπωλείο Κακουλίδη της οδού Ομήρου, ένα φθινοπωρινό πρωινό του 1943. «Και με τι χρήματα θα κάνουμε εμείς εκδόσεις;», απάντησε διστακτικά εκείνος. «Θα δούμε…».
«Βγήκαμε, περπατήσαμε στους γύρω δρόμους της κατοχικής Αθήνας…», αφηγήθηκε ο Πλωρίτης αρκετά χρόνια αργότερα. «Η μέρα - θυμάμαι - ήταν λιόχαρη, γελούμενη, πάνω απ’ τη θλιβερή πολυστέναχτη πόλη. Κι αρχίσαμε, αδίστακτα, να κάνουμε σχέδια, με την ευκολία της ηλικίας και της εποχής - όπου όλα ήταν ανέφικτα και, μαζί, εφικτά, όπου όλοι σχεδιάζαμε το Αύριο, ξέροντας πως μπορεί Αύριο να μην υπάρχει…».
Ο τρίτος «συνέταιρος» στο παράτολμο εκείνο εγχείρημα ήταν ο 26χρονος ποιητής Νίκος Καρύδης. «Αξιοσημείωτος είναι ο τρόπος συγκέντρωσης του αρχικού κεφαλαίου για τον “Ίκαρο”, δεδομένου ότι κανένας από τους ιδρυτές του δεν είχε διαθέσιμους οικονομικούς πόρους», αναφέρει η μεγαλύτερη κόρη του, Χρυσή, που, μαζί με την αδελφή της, Κατερίνα, βρίσκονται τα τελευταία είκοσι εννέα χρόνια στο τιμόνι του εκδοτικού οίκου. «Ο ένας πούλησε τη γραφομηχανή του, ο άλλος το τάβλι του, κάποιος πιο εύπορος φίλος τούς δάνεισε χρήματα και κάπως έτσι άρχισε να υλοποιείται η ιδέα».
Στόχος ήταν η έκδοση έργων κυρίως Ελλήνων συγγραφέων, και, μάλιστα, νέων. Ωστόσο, η αρχή έμελλε να γίνει με ένα ξένο βιβλίο. «Βρήκαμε ένα τυπογραφείο στο Θησείο, στην οδό Ψαρομηλίγγου», αφηγούταν ο Πλωρίτης. «Και κάθε πρωί ξεκινούσαμε, ο Νίκος κι ο Αλέκος απ’ τα Πατήσια, εγώ απ’ του Μακρυγιάννη, περνούσαμε λόφους και δρόμους, πεζή βέβαια, μέσα στην παγωνιά και το χιονόνερο για να επιβλέψουμε την εκτύπωση. Και ύστερα, ανηφορίζαμε στο “βιβλιοπωλείο” μας για τις υπόλοιπες δουλειές». Παρά τις δύσκολες συνθήκες, τον Ιανουάριο του 1944, το πρώτο βιβλίο του «Ίκαρου» βγήκε στην αγορά: Ήταν το έργο «Στο άστρο του φθινοπώρου» του Κνουτ Χάμσουν, σε μετάφραση Βάσου Δασκαλάκη.
Σιγά-σιγά, ο «Ίκαρος» άρχισε να γίνεται και στέκι των πιο ταλαντούχων Ελλήνων λογοτεχνών της εποχής. Τα μεσημέρια συγκεντρώνονταν στο μικρό πατάρι της οδού Βουλής 4 και αφοσιώνονταν σε αξιοζήλευτες συζητήσεις ο Κ.Πολίτης, ο Γ.Θεοτοκάς, ο Κλ.Παράσχος, ο Τ.Παπατσώνης, ο Α.Καραντώνης, ο Ο.Ελύτης, ο Ν.Γκάτσος, ο Ν.Εγγονόπουλος, ο Ν.Δετζώρτζης, ο Κ.Καστοριάδης, ο Π.Καραβίας και πολλοί άλλοι. Αρκετοί, μάλιστα, από τους εν λόγω ποιητές και πεζογράφους, σύντομα εμπιστεύθηκαν την έκδοση των έργων τους στο νεοσύστατο εκδοτικό οίκο, ενώ γνωστοί ζωγράφοι, που αποτελούσαν και εκείνοι μέλη της ίδιας παρέας, όπως ο Γ.Τσαρούχης, ο Ν.Χατζηκυριάκος Γκίκας και ο Γ.Μόραλης, προθυμοποιήθηκαν να κοσμήσουν τα βιβλία με τα δικά τους, μοναδικά σχέδια.
Ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία του «Ίκαρου» σημειώθηκε το 1947, όταν εξέδωσε για πρώτη φορά στην Ελλάδα ποιήματα του Κ.Π.Καβάφη. Επιπλέον, έως σήμερα αποτελεί τον αποκλειστικό εκδότη του έργου των δύο τιμημένων με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας Ελλήνων ποιητών, Γιώργου Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη.
Παρά την αξιοσημείωτη πορεία του «Ίκαρου», ο Μάριος Πλωρίτης αποφάσισε να αποχωρήσει για να αφοσιωθεί στη δημοσιογραφία και το θέατρο, ενώ ο Αλέκος Πατσιφάς ίδρυσε τη δισκογραφική εταιρεία «Λύρα» και, κατά συνέπεια, είχε λιγότερο ενεργή συμμετοχή σε αυτόν. «Ο πατέρας μας, στα χρόνια που βρισκόταν στο τιμόνι του εκδοτικού οίκου και με λιγότερη βοήθεια πλέον από τους συνεργάτες του, συνάντησε πολλά εμπόδια, αλλά, με σκληρή δουλειά και αφοσίωση στους στόχους του, κατάφερε να τα ξεπεράσει», επισημαίνει η Χρυσή. «Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να δώσει ένα αισιόδοξο μήνυμα και για τη σημερινή εποχή».
«Οι κόρες μου μπορούν να κρατήσουν τον “Ίκαρο”. Είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο»
Το απόγευμα της 13ης Δεκεμβρίου του 1984, ο Νίκος Καρύδης έφυγε ξαφνικά από τη ζωή. «Στο συρτάρι του γραφείου του, ωστόσο, βρήκαμε ένα γράμμα», θυμάται η Χρυσή, «στο οποίο είχε γράψει: “Οι κόρες μου μπορούν, είτε να κρατήσουν τον “Ίκαρο”, είτε να τον πουλήσουν”. Για το ενδεχόμενο να τον πουλήσουμε, δεν είχε αναφέρει τίποτα άλλο. Για την επιλογή να τον κρατήσουμε αναφερόταν σε όλο το υπόλοιπο γράμμα. Ήταν, λοιπόν, σαφές τι επιθυμούσε και ο ίδιος να κάνουμε».
Μερικά χρόνια αργότερα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, σημειώθηκαν ριζικές αλλαγές στην αγορά του βιβλίου. Ο «Ίκαρος» ακολούθησε: Το δίκτυο διανομής των βιβλίων διευρύνθηκε, καινούριες συνεργασίες εγκαινιάστηκαν, οι τυπογραφικές εργασίες εκσυγχρονίστηκαν. «Το μεγάλο στοίχημα για εμάς τότε ήταν να συμπλεύσουμε με την εποχή, χωρίς να προδώσουμε την ταυτότητα του “Ίκαρου” και τις αξίες που τον διέκριναν από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ίδρυσής του», αναφέρει η Κατερίνα. «Και νομίζω ότι το κερδίσαμε».
Ωστόσο, σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο έχει επηρεάσει η παρούσα οικονομική κρίση τον ιστορικό εκδοτικό οίκο; «Από το 2010 έως σήμερα οι πωλήσεις στον κλάδο του βιβλίου έχουν μειωθεί περισσότερο από 40%», επισημαίνει η Κατερίνα. «Για εμάς, μία από τις πιο λυπηρές επιπτώσεις είναι ότι δεν έχουμε πλέον τη δυνατότητα να εκδίδουμε τίτλους που γνωρίζουμε εξαρχής ότι δεν προορίζονται για να σημειώσουν υψηλές πωλήσεις. Παλαιότερα, μπορούσαμε να προτείνουμε κείμενα - είτε νέων ποιητών και πεζογράφων που δεν ήταν ακόμα ευρέως γνωστοί, είτε πιο “δύσκολα” από άποψη γραφής και θεματολογίας – τα οποία απευθύνονταν σε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό, διότι αυτά υποστηρίζονταν από τις πωλήσεις των υπολοίπων. Ωστόσο, κάτι τέτοιο σήμερα είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνει».
Με βάση πρόσφατες έρευνες, μάλιστα, οι Έλληνες όχι μόνο αγοράζουν λιγότερα βιβλία εν μέσω των δυσμενών οικονομικών συγκυριών, αλλά, όταν αποφασίζουν να αφιερώσουν χρόνο στην ανάγνωση, επιλέγουν κυρίως «εύπεπτα» μυθιστορήματα. «Κάθε συγγραφέας έχει το δικό του κοινό», εξηγεί η Χρυσή. «Αυτό που με ανησυχεί, βέβαια, όσον αφορά στα συγκεκριμένα βιβλία είναι με ποιο τρόπο και σε ποιο βαθμό επηρεάζουν την αισθητική και τα κριτήρια των νέων ανθρώπων». «Και ένα άλλο ερώτημα είναι πόσα από αυτά θα υπάρχουν, για παράδειγμα, σε τριάντα χρόνια από σήμερα», συμπληρώνει η Κατερίνα.
Μπορεί η ανάγνωση, μέσω της πνευματικής καλλιέργειας που παρέχει, να αποτελέσει αντίδοτο στην παρούσα κρίση, δεδομένου ότι πρόκειται σε μεγάλο βαθμό για κρίση πολιτισμού και αξιών; «Σαφώς. Αλλά, δυστυχώς, στη χώρα μας κινούμαστε προς εντελώς διαφορετική κατεύθυνση…», τονίζει η Χρυσή. «Εγώ είμαι πιο αισιόδοξη», απαντά η Κατερίνα. «Διαπιστώνοντας ότι οι νέοι γονείς είναι πολύ πιο επιλεκτικοί ως προς τα βιβλία που αγοράζουν για τα παιδιά τους και αναζητούν σε αυτά ποιότητα και αισθητική, εκτιμώ ότι οι μελλοντικές γενιές θα αποτελούνται από καλύτερους αναγνώστες και, κατά συνέπεια, πολίτες».
…Και η παράδοση συνεχίζεται…
Στο μεταξύ, πλάι στη δεύτερη γενιά εκδοτών της οικογένειας Καρύδη, έχει ήδη αρχίσει να εργάζεται η τρίτη. Η Μαριλένα Πανουργιά, κόρη της Χρυσής, και ο Νίκος Αργύρης, γιος της Κατερίνας, βαδίζουν, για περισσότερα από δέκα χρόνια μέχρι σήμερα, πάνω στα χνάρια των μητέρων τους και του παππού τους.
Οι δύο νεότεροι, ερχόμενοι στον εκδοτικό οίκο, διαπίστωσαν τις αλλαγές που ήταν αναγκαίο να γίνουν. Έτσι, έπειτα από την ανανέωση του τεχνολογικού εξοπλισμού, άρχισαν να προτείνουν ιδέες για καινούριες κατηγορίες και τίτλους βιβλίων: «Ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Καβάφης και οι άλλοι κλασικοί ποιητές έχουν αναγνωστικό κοινό, το οποίο ανανεώνεται διαρκώς. Καθήκον του εκδότη, όμως, είναι να ανακαλύψει και νέους, αξιόλογους λογοτέχνες και να φέρει τα έργα τους στο φως», εξηγεί o Νίκος. Πλέον, ο κατάλογος του «Ίκαρου» εμπλουτίζεται όλο και περισσότερο με έργα πρωτοεμφανιζόμενων και ταλαντούχων Ελλήνων και ξένων συγγραφέων.
Παράλληλα, η Μαριλένα και ο Νίκος έφεραν για πρώτη φορά στον «Ίκαρο» το παιδικό βιβλίο και, μάλιστα, με μεγάλη εμπορική επιτυχία: «Θεωρούμε ότι, για να κινητοποιήσεις κάποιον να αναζητήσει ως ενήλικος το ποιοτικό ανάγνωσμα, πρέπει να του δώσεις ερεθίσματα και να τον φέρεις σε επαφή με αυτό από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής του», επισημαίνει η Μαριλένα.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα συνιστά η σειρά παιδικών βιβλίων του Αλέξη Κυριτσόπουλου, με την ονομασία «Αν διάβαζα ποιητές της γενιάς του ’30». «Η συγκεκριμένη σειρά αποτελεί την πιο χαρακτηριστική γέφυρα του “Ίκαρου” ανάμεσα στα κλασικά έργα και τα παιδικά βιβλία», δηλώνει η Μαριλένα. «Ο συγγραφέας έχει εμπνευστεί από ποιήματα του Σεφέρη και του Εγγονόπουλου και, με βάση αυτά, έχει γράψει παραμύθια, τα οποία συνοδεύονται και από πολύ όμορφη εικονογράφηση».
Ωστόσο, οι δύο νεότεροι του «Ίκαρου» δεν θα μπορούσαν να παραβλέψουν και την ανάγκη μετάβασής του στην ψηφιακή εποχή. Ο εν λόγω εκδοτικός οίκος, λοιπόν, από τους πρώτους που άρχισαν να δραστηριοποιούνται στον τομέα της ηλεκτρονικής ανάγνωσης, παρέχει σε ψηφιακή μορφή (εκτός από την έντυπη) όλους τους τίτλους που έχει βγάλει στην αγορά από το 2010 και έπειτα. Ειδικότερα, μέχρι σήμερα προσφέρει ψηφιακά περίπου 35-40 βιβλία, ενώ, παράλληλα, σχεδιάζει την ψηφιοποίηση και πώληση σε μορφή e-book των παλαιότερων έργων του.
Πώς ανταποκρίνεται το ελληνικό αναγνωστικό κοινό σε αυτή την καινοτομία; «Όσον αφορά στον “Ίκαρο”, οι πωλήσεις ψηφιακών βιβλίων το έτος 2012 σημείωσαν αύξηση ύψους 140% σε σύγκριση με το 2011», απαντά ο Νίκος. «Ωστόσο, σε απόλυτους αριθμούς, οι αναγνώστες που προτιμούν να διαβάζουν σε οθόνη παρά σε χαρτί είναι ακόμα λίγοι στη χώρα μας».
«Πτήση» με προορισμό το μέλλον
Με αφορμή τη συμπλήρωση των 70 χρόνων λειτουργίας του ιστορικού εκδοτικού οίκου (για την οποία σχεδιάζεται μια σειρά εκδηλώσεων εντός του τρέχοντος έτους), δεν θα μπορούσαν να λείψουν και οι σκέψεις για το μέλλον. «Το ιδανικό θα ήταν», επισημαίνουν ο Νίκος και η Μαριλένα, «να καταφέρουμε να αφήσουμε μια μέρα στα δικά μας παιδιά τον “Ίκαρο”, όσο σπουδαίο θα τον παραδώσουν σε εμάς οι μητέρες μας, οι οποίες, με τη σειρά τους, διατήρησαν την αξία και την ποιότητα που τους είχε αφήσει ο παππούς μας».