Guadalupe Nettel: «Πρέπει να μιλήσουμε για τη μητρότητα»

Συνεντεύξεις Φεβρουάριος 27, 2024

Η μεξικανή συγγραφέας, που υπήρξε υποψήφια για βραβείο Booker 2023, αποδομεί το πιο ιερό ταμπού της πατριαρχικής κοινωνίας. Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε στη Μαριλένα Αστραπέλλου και το περιοδικό BHMAgazino, με αφορμή το βιβλίο της Η μοναχοκόρη (μετάφραση: Νάννα Παπανικολάου).

Η μοναχοκόρη

Μπορεί μια γυναίκα να επιλέξει να μη γίνει μητέρα; Μπορεί μια άλλη να διαλέξει να μη μεγαλώσει το παιδί της επειδή δεν δύναται αλλά ακόμα και επειδή μπορεί να μη θέλει; Τι είναι μητρότητα και ποιες μορφές μπορεί να πάρει τελικά; «Ο ρόλος της λογοτεχνίας δεν είναι να δίνει απαντήσεις αλλά να θέτει τις ερωτήσεις» θα πει η Γουαδαλούπε Νέτελ στη μεταξύ μας επικοινωνία όταν συνδεόμαστε για να μιλήσουμε για το βιβλίο της Η μοναχοκόρη, το οποίο την έφερε στη βραχεία λίστα για το Booker 2023.

Mια λογοτεχνία που αναδεικνύει δίχως να υποδεικνύει, που δίνει τροφή για σκέψη αφήνοντας στις αναγνώστριες/ες τον χώρο έστω να αποπειραθούν να βγουν από τη ζώνη ασφαλείας των παγιωμένων πεποιθήσεών τους. Δεν είναι πάντα εύκολο από τη στιγμή που ένας βασικός άξονας πλοκής σε αυτό το βιβλίο με τους πολλούς γυναικείους χαρακτήρες και τις επιλογές ζωής τους να το διατρέχουν σε κεφάλαια, είναι η περίπτωση μιας γυναίκας που φέρνει στη ζωή ένα μωρό με μικροκεφαλία και λειεγκεφαλία, γενετικές διαταραχές που δεν επιτρέπουν τη φυσιολογική ανάπτυξη και μελλοντική ανεξαρτησία του παιδιού. Η Νέτελ καταγράφει όλη την πορεία αυτής της γυναίκας από τα χαρμόσυνα νέα της εγκυμοσύνης, στα δυσάρεστα της ιατρικής κατάστασης του μωρού, τα ηθικά διλήμματα και την τελική αποδοχή που δεν επέρχεται δίχως μεγάλη βάσανο. «Έχουμε τα παιδιά που έχουμε και όχι αυτά που φανταστήκαμε ή θα θέλαμε να έχουμε και με αυτά μας μέλλει να πορευτούμε» λέει ο χαρακτήρας μιας άλλης γυναίκας στο βιβλίο, και με αυτή την παραδοχή και συμφιλίωση δημιουργεί τελικά ένα σκηνικό αισιοδοξίας.

H Nέτελ άντλησε υλικό από την περίπτωση μιας φίλης της – της Αμέλια, στην οποία είναι αφιερωμένο το βιβλίο – η οποία έζησε αυτή την εμπειρία μητρότητας: έγινε μητέρα ενός παιδιού που δεν θα αναπτυχθεί πλήρως και θα είναι για πάντα εξαρτημένο από εκείνη.

«Της ζήτησα βεβαίως την άδεια για να το κάνω αυτό, το σκέφτηκε και μου την έδωσε» θα πει η Νέτελ. «Είναι ένα άτομο διακριτικό, εσωστρεφές, δεν μοιράζεται τη ζωή της στα κοινωνικά δίκτυα όπως κάνουν άλλες φίλες μου. Το αποφάσισε γιατί ήθελε να αποκτήσει ορατότητα η εμπειρία της, η οποία δεν είναι μόνο προσωπική. Είναι πολλές οι οικογένειες που έχουν βιώσει ή βιώνουν κάτι αντίστοιχο και δεν αισθάνονται καθόλου άνετα να μιλήσουν για αυτό. Μιλήσαμε εκτενώς για την ιστορία της και πίστευα ότι όλο το βιβλίο θα μπορούσε να βασιστεί επάνω της, στο πώς κατάφερε να μετατρέψει μια τραγωδία σε κάτι όμορφο και ουσιαστικό». Στην πορεία όμως οι «φωνές» που άκουγε εντός της αλλά και εκτός την έκαναν να διευρύνει τις θεματικές της. Για παράδειγμα, η αφηγήτρια στο βιβλίο είναι μια γυναίκα ορκισμένη να μη γίνει μητέρα, φτάνει μάλιστα στο σημείο να κάνει απολίνωση σαλπίγγων προκειμένου να το αποτρέψει. Ακραίο; Ποιος έχει το δικαίωμα να το αποφασίσει; «Οταν μια γυναίκα λέει: “Δεν θέλω να είμαι μητέρα, θέλω να διατηρήσω την ελευθερία μου και τη ζωή μου ακριβώς όπως είναι και να έχω το δικαίωμα να το κάνω” θεωρείται πρόβλημα, ότι πράττει κάτι άδικο και εγωιστικό. Βλέπουμε ότι επικρατεί μια αντιδραστικότητα και μια οπισθοχώρηση της γυναικείας απελευθέρωσης και των δικαιωμάτων τους, ιδίως στις κοινωνίες της Λατινικής Αμερικής. Όμως και στις ΗΠΑ βλέπουμε πλέον ότι οι αμβλώσεις απαγορεύονται σχεδόν σε κάθε Πολιτεία. Ήθελα να συμπεριλάβω την εμπειρία μιας γυναίκας που είναι πολύ διαφορετική από τη δική μου, καθότι είμαι μητέρα δύο παιδιών, να έχω μια αφηγήτρια που προβληματίζεται πάνω στην επιλογή της μητρότητας και κατά πόσο μπορεί να αποστασιοποιηθεί από την εμπειρία της αυτή».

Η μοναχοκόρη

Μάνα είναι μόνο μία;

H μαχητική ηρωίδα θα διαπιστώσει τελικά ότι είναι δύσκολο να μείνει μακριά όταν έρχεται αντιμέτωπη με την περίπτωση ενός παιδιού που έχει ζήσει ενδοοικογενειακή βία και χρειάζεται μια μητρική καθοδήγηση, έστω προσωρινή, όταν η μητέρα του αδυνατεί να του την παράσχει. Η περίπτωσή του δίνει το έναυσμα στη Νέτελ να μιλήσει για «άλλο ένα ταμπού δεκαετιών στις πατριαρχικές κοινωνίας για το οποίο κανείς δεν μιλούσε», όπως και για τις μαζικές πορείες διαμαρτυρίας γυναικών στην Πόλη του Μεξικού, πρωτεύουσα μιας χώρας όπου γίνονται κατά μέσο όρο έντεκα γυναικοκτονίες καθημερινά.

«Όταν έκανα τα παιδιά μου το μόνο που άκουγες ήταν ότι η μητρότητα είναι το καλύτερο κομμάτι στη ζωή μιας γυναίκας, ότι μόνο τότε ολοκληρώνεται και βρίσκει έναν σκοπό στη ζωή. Προσωπικά, είχα την εμπειρία της μητέρας μου η οποία μου μετέφερε ιστορίες για το πόση κούραση και εγκατάλειψη μπορεί να νιώσεις πολλές φορές όταν γίνεσαι μητέρα. Εκείνη με είχε κάνει μικρή, στα 24 της, αλλά ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές της, να κάνει διδακτορικό, να ταξιδέψει, ενώ ταυτόχρονα ήταν και μόνη της, γιατί ο πατέρας μου δεν ήταν παρών για πολλά χρόνια. Για μία διετία λοιπόν με μεγάλωνε η γιαγιά μου και όταν εκείνη αρρώστησε ανέλαβε μια αδελφή της μητέρας μου, η οποία επίσης συμμετείχε στην ανατροφή μου. Μετά είχα μια δασκάλα στο δημοτικό που ήταν εκείνη η οποία αντιλήφθηκε την αγωνία που βίωνα στο σχολείο εξαιτίας ενός προβλήματος στα μάτια μου και έγινε ένα είδος θετής μητέρας για εμένα. Είχα λοιπόν τρεις θετές μητέρες εκτός από τη βιολογική μητέρα μου, οπότε δεν πιστεύω ότι η μητέρα είναι μόνο μία. Όλες και όλοι μας έχουμε γυναίκες στο περιβάλλον μας που αναλαμβάνουν έναν σημαντικό ρόλο στο μεγάλωμα και στην ανατροφή μας, πάντα φροντίζουμε παιδιά άλλων γυναικών και πάντα υπάρχουν γυναίκες που μας βοηθούν να φροντίσουμε τα δικά μας. Υπάρχει και το ρητό που λέει: “Χρειάζεται ένα χωριό για να μεγαλώσει ένα παιδί”. Σήμερα στο Μεξικό υπάρχουν πολλές γυναίκες που αποφασίζουν να μη μεγαλώσουν τα παιδιά τους και τα δίνουν στις μητέρες τους. Είναι πολλές οι γιαγιάδες που μεγαλώνουν παιδιά σε αυτή τη χώρα ενώ οι μητέρες δουλεύουν κάπου μακριά και επισκέπτονται τα παιδιά ή ξαναπαντρεύονται. Χρειάζεται πολύ κουράγιο για να κάνεις κάτι τέτοιο, γιατί δεν πρόκειται για γυναίκες που είναι απελπισμένες και δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς».

Όταν το παιδί το φέρνει ο κούκος και όχι ο πελαργός

Στο βιβλίο γίνεται κυριολεκτική αναφορά και στον «παρασιτισμό του γόνου», μια συνήθεια που έχει ο κούκος να τοποθετεί τα αβγά του σε φωλιές ξένων πουλιών, εκτοπίζοντας τα ήδη υπάρχοντα, μέσα από μια υποπλοκή που περιλαμβάνει την «κατάληψη» του μπαλκονιού μιας ηρωίδας από δύο περιστέρια που χτίζουν εκεί τη φωλιά τους.

«Το ζωικό βασίλειο πάντα μπαίνει με κάποιον τρόπο στα βιβλία μου. Διάβαζα πώς μεγαλώνουν τα μικρά τους τα διαφορετικά είδη και αυτό που ανακάλυψα αναφορικά με τα θηλαστικά είναι ότι όταν είναι ελεύθερα στη φύση είναι μια ομαδική διαδικασία. Μόνο σε συνθήκες αιχμαλωσίας αναλαμβάνει αποκλειστικά η μητέρα-θηλαστικό το μεγάλωμα του μικρού της. Οπότε είπα στον εαυτό μου ότι είμαστε κι εμείς σε μια αντίστοιχη συνθήκη, γιατί η σύγχρονη κοινωνία προσδοκά να μεγαλώνουμε μόνες μας τα παιδιά μας. Είμαστε αιχμάλωτες της βιομηχανοποιημένης καπιταλιστικής κοινωνίας. Διαβάζοντας τις στρατηγικές ανατροφής στο ζωικό βασίλειο έμαθα για την ιστορία του κούκου και σκέφτηκα ότι ταίριαζε στο βιβλίο μου. Είχα αρχίσει να γράφω ένα βιβλίο για τη μητρότητα και ξαφνικά δύο περιστέρια εμφανίστηκαν στο μπαλκόνι μου, έκαναν φωλιά και όταν βγήκε το μικρό τους από το αβγό δεν είχε καμία σχέση με τους γονείς του. Όμως εκείνοι δεν έδωσαν καμία σημασία και το μεγάλωσαν ως δικό τους, οπότε σκέφτηκα να συμπεριλάβω και αυτή την ιστορία. Για αυτό υπάρχουν τόσο πολλές θεματικές στο βιβλίο. Έχτισα την πλοκή όπως χτίζεις μια φωλιά. Έφερα διαφορετικά φύλλα και μικρά κλαδάκια».

Η μοναχοκόρη

Από τη Χέτι, στην Ερνό και στη Σράιβερ

Δεν υπάρχουν πολλές γυναικείες φωνές όπως αυτές που εμφανίζονται στη λογοτεχνία της Νέτελ ως φορείς αποδόμησης των ιερών ταμπού της πατριαρχικής κοινωνίας. «Οι γυναικείοι χαρακτήρες είναι μητέρες, παιδιά ή υποψήφιες μητέρες» όπως θα πει. Eξ ου και όταν γράφονται κείμενα για το βιβλίο της γίνονται αναφορές στην Καναδή Σίλα Χέτι και το «Motherhood», ένα βιβλίο για το «να γίνεις ή να μη γίνεις;» και στην Αμερικανίδα Πατρίσια Λόκγουντ και το «Κανείς δε μιλάει γι’ αυτό» (εκδ. Ψυχογιός), στο οποίο όλα ανατρέπονται από τη γέννηση ενός παιδιού με μια σοβαρή ασθένεια. Είναι δύσκολο να μη σκεφτείς και τη Λάιονελ Σράιβερ με το «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν» (εκδ. Μεταίχμιο) και την εμπειρία μιας μητρότητας που δεν είναι καθόλου ονειρεμένη. «Ναι, η Σράιβερ είναι καταπληκτική, όπως και η Ανί Ερνό, η οποία έγραφε για αυτά τα θέματα πριν από χρόνια, όταν κανείς δεν ήθελε να ακούσει. Στο “Frozen Woman” (1981) περιγράφει με μοναδικό τρόπο την αίσθηση του να αισθάνεσαι παγιδευμένη στον ρόλο της μάνας ενώ ταυτόχρονα λατρεύεις τα παιδιά σου. Υπάρχει και η Xιλιανή Λίνα Μερουάνε, η οποία έγραψε το δοκίμιο “Contra los hijos / Against the Kids”, ένα κείμενο που δεν είναι εναντίον των παιδιών, αλλά πρόκειται για μια κριτική ματιά πάνω στις μη ρεαλιστικές προσδοκίες της εποχής μας αναφορικά με τη μητρότητα. Αναπαράγεται το ιδανικό της τέλειας μάνας, κάτι που είναι πολύ δύσκολο να φτάσεις ό,τι και να κάνεις».

Έτικέττες: