Ταξίδι εξερεύνησης στην Ελλάδα του '60

Κριτικές Μάϊος 19, 2013

Δήμητρα Ρουμπούλα | Έθνος | 18 Μαϊου 2013

9789609527729Ελληνική δεκαετία του ΄60, σκοτεινές πλευρές της σύγχρονης ιστορίας μας, όπως η δολοφονία του Λαμπράκη, πρόσωπα που βρέθηκαν με την πλευρά των ηττημένων ή των νικητών, όνειρα και διαψεύσεις, διασταυρώνονται και συνθέτουν ένα μωσαϊκό καταστάσεων, νοοτροπιών και συμπεριφορών που τροφοδοτούν και τη σημερινή πραγματικότητα.

Ολα αυτά χωρούν σε λιγότερες από 200 σελίδες στο τελευταίο βιβλίο του Δημήτρη Νόλλα, το μεγαλύτερο σε έκταση κείμενό του, αλλά πάντα πυκνό και πιστό στη θεματική του, που είναι η ατομική και η συλλογική μνήμη, η αναζήτηση ταυτότητας μέσα σε ένα εχθρικό και φθονερό κόσμο.

Το ταξίδι στην Ελλάδα του ξενιτεμένου στην Γερμανία κεντρικού ήρωα ήταν σύντομο, μόλις λίγες εβδομάδες. Ο Αρίστος ήθελε να διερευνήσει τη γενέθλια πόλη του, τη Θεσσαλονίκη, να αναζητήσει τον τόπο του, που δεν είχε προλάβει να γνωρίσει καλά πριν ξεκινήσει να ανακαλύψει όλο τον κόσμο.

Μόλις όμως ήρθε η στιγμή να επιστρέψει στο Μόναχο, «ένα μικρό λιθαράκι είχε μετατοπιστεί εντός του» όταν αποφάσισε να μάθει τι είδους άνθρωπος ήταν ο ίδιος και τι είδους ήταν οι άλλοι, «βουλιαγμένοι σ΄ εκείνο το βαθύ πηγάδι, από το οποίο ο κουβάς άλλοτε ανέβαζε καθαρό κι άλλοτε νερό μαγαρισμένο», αλλά γύρω απ΄ αυτό στριφογύριζαν, «καθώς όλοι τους τον ίδιο μύθο, την ίδια καθημερινή κοινότοπη ιστορία επαναλάμβαναν».

Ο Αρίστος είναι από εκείνους τους αιώνιους φοιτητές που επιβιώνουν με κάποιο οικογενειακό επίδομα και ευκαιριακές δουλειές και αναβάλλουν διαρκώς τις σπουδές για το επόμενο εξάμηνο, καθώς αναλώνουν τον χρόνο τους σε συζητήσεις για τους αγώνες των λαών. Σχεδιάζει να γίνει ζωγράφος, ίσως και ποιητής, αλλά κυρίως θέλει να παρατηρεί όσα συμβαίνουν γύρω του. Η διαβόητη δεκαετία του ΄60 έχει ξεκινήσει με αίμα και την Ελλάδα έχει συνταράξει το φονικό του Λαμπράκη.

Ο «ανήσυχος σουλατσαδόρος» βρίσκεται να συνοδεύει στην Ελλάδα, με το Acropolis Express, τη Χρυσάνθη, μια εργάτρια, μετανάστρια στη Γερμανία από τα χρόνια του πολέμου, το ΄43, που με τα χρόνια φαινόταν να της έχει σαλέψει. Η μυστηριώδης γυναίκα γίνεται πρόσχημα και μετά αφανής, καθώς έτσι την έχουν κηρύξει οι δικοί της, στους οποίους οφείλει να την παραδώσει.

Ο Αρίστος βρίσκει μια πόλη γεμάτη σκάμματα από την «εκσυγχρονιστική ανοικοδόμηση». Ενα από αυτά και το σπίτι του Γάλλου παππού του, εκδότη προπολεμικά τοπικής εφημερίδας. Η απουσία του σπιτιού γίνεται αφορμή να αναδυθούν μνήμες, από τον βδελυρό τοκογλύφο Πίζα να φορτώνει με έναν εργάτη στο κάρο τα έπιπλα του σαλονιού επί Κατοχής, τον αδελφό του που κρυβόταν από τους αντάρτες του Μάρκου και από τους κυβερνητικούς. Αλλά και τους μαυραγορίτες, τους καταδότες, τους ταγματασφαλίτες, τους άρπαγες των εβραϊκών περιουσιών, τους μπουγαδοκλέφτες που ξάφριζαν προικιά. Την πανούκλα της πόλης που βρίσκεται πάλι στον αφρό και τώρα «νέμοται οφίκια».

«Σαν να είχαν όλα μαζευτεί στον ίδιο λογαριασμό», όπως λέει και ο αφηγητής για το πρώτο καλωσόρισμα που είχε πέσει βαρύ στον Αρίστο. Αλλά και η συνέχεια δεν είναι καλύτερη. Στο «κωλάδικο», όπως το λέει, ονόματι «Βομβάη», στο κέντρο της πόλης, με προθάλαμο εδώδιμα και αποικιακά, καπνιστά κρέατα και κοτσίδες σκόρδων, ξεθυμαίνει ένα ετερόκλητο ανθρώπινο σύμπαν, από εργολάβους, μεσίτες, χαφιέδες, ένστολους, κυρίους της καλής κοινωνίας που ανασυγκροτούν τη χώρα. «Εδώ μέσα πάλλεται μια άγνωστη πλευρά της πόλης».

Εδώ μέσα ο Αρίστος αντιλαμβάνεται πόσο εξαρτημένη είναι και η δική του ζωή από τύπους που σιχαίνεται, όπως τον αξιωματικό Χωροφυλακής Τρύφωνα, ο οποίος για να του δώσει νέο διαβατήριο τον αναγκάζει να καταδώσει τους πρώην συντρόφους του, από το σύντομο πέρασμά του στο ΚΚΕ. ΄Η τον τοκογλύφο Πίζα, από τον οποίο, έμαθε, προερχόταν το οικογενειακό του επίδομα στη Γερμανία. Ακόμη και οι κληρονομικές διαφορές με τον αδελφό του δεν είναι αθώες.

Το ταξίδι εξερεύνησης του ήρωα στον γενέθλιο τόπο μετατρέπεται σε αναζήτηση του εαυτού, του εγώ, μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο, με το οποίο τον δένουν «τα χρήματα, τα ονόματα, οι λέξεις και τα λόγια», όπως τιτλοφορείται το τελευταίο κεφάλαιο. Ο τόπος τον ακολουθεί και εκείνος φεύγει για τη Γερμανία αφήνοντας πίσω τις δικές του λέξεις, μια ποιητική συλλογή...

Σελιδοδείκτης

«...ίδια μοίρα μ' εκείνη της Χρυσάνθης είχαν εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες άλλοι άνθρωποι, που βρέθηκαν εκείνη τη φονική δεκαετία στη λάθος πλευρά, όταν ηττήθηκαν οι εξεγερμένοι αντάρτες, καθώς τους ήταν αδύνατον να επιστρέψουν για να προστατέψουν το βιός τους, χωρίς να κινδυνέψουν να συλληφθούν και ίσως να εκτελεστούν, έχοντας τελεσίδικες καταδίκες στην πλάτη τους. Και μ΄ αυτόν τον τρόπο οι συγγενείς τους, τ΄ αδέλφια τους και τα ξαδέλφια, ακόμη και οι γείτονες και μακρινά τους σόγια, οδηγημένοι από το πάθος της ζήλιας, του μίσους και της αρπαγής, έσπευδαν να τους κηρύξουν εξαφανισμένους για να μπορέσουν στη συνέχεια να βάλουν στο χέρι λίγα μέτρα γης ή πολλά, (...), για να περάσουν στην κυριότητα αυτών που είχαν επιλέξει να μείνουν στον τόπο τους και στην πλευρά των νικητών» (σελ. 131)

Έτικέττες:
Δημήτρης Νόλλας
,
Πεζογραφία