Ο έρωτας, η μνήμη και η τέχνη

Κριτικές Ιούλιος 1, 2013

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου | Το Βήμα της Κυριακής | 30 Ιουνίου 2013

Το απαραίτητο φως Μια αναδρομή στο παρελθόν γίνεται θρίλερ που κρίνει τo παρόν

Κορίτσι που έχει σημαδευτεί από την έλλειψη στοργής και τρυφερότητας εκ μέρους των χωρισμένων γονιών της, n Λουίζα Λασκαράτου ετοιμάζει στην Οξφόρδη μια έκθεση με αντικείμενα και μάσκες από τη Νιγηρία. Ο θάνατος του πατέρα της θα τη φέρει στην Αθήνα, όπου και θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα παράξενο κληροδότημα: μια φωτογραφία της αυτοπροσωπογραφίας του σκωτσέζου προπάππου της Τζόναθαν Ντόντσον που ανήκει στους πρωτοπόρους ζωγράφους του 19ου αιώνα και τα έργα του έχουν γίνει από καιρό περιζήτητα.

Τι έχει όμως συμβεί με την αυτοπροσωπογραφία της φωτογραφίας; Ποιες διαδρομές έχει διανύσει και σε ποια χέρια μπορεί να έχει καταλήξει; Η εχθρική έναντι των πάντων στην αρχή Λουίζα (μαζί με τους γονείς της μισεί και τον βοηθό του πατέρα της στο νομικό του γραφείο) θα πιαστεί σιγά-σιγά στο δίχτυ του μυστηρίου του χαμένου πίνακα και n έρευνα της θα την προσγειώσει στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1940: σε μια εποχή κατά την οποία θα φουντώσει ο αγώνας Ελλήνων και Βρετανών κατά του ναζισμού. Ψάχνοντας την ιστορία του μοναδικού αγαπημένου της  προσώπου, της ελληνοσκωτσέζας γιαγιάς της Λουίζ Χατζηλουκά, n Λουίζα θα ανακαλύψει τον έρωτά της για έναν έλληνα αγωνιστή ενόσω θα ξεκινήσει να ερωτεύεται με τη σειρά της τον βοηθό του πατέρα της που θα σταθεί ακάματος αρωγός στην έρευνά της. Στο πρώτο της μυθιστόρημα υπό τον τίτλο To απαραίτητο φως n Ντορίνα Παπαλιού συνταιριάζει λειτουργικά ένα δυνατό θεματικό τρίπτυχο: το τρίπτυχο της μνήμης, της τέχνης και του έρωτα. Όπως τα αντικείμενα και οι μάσκες που πρόκειται να παρουσιάσει n Λουίζα στην Οξφόρδη ανασυνθέτουν τη μνήμη μιας λησμονημένης νιγηριανής φυλής, έτσι και ο χαμένος πίνακας του Ντόντσον θα ανασυνθέσει τη μνήμη της ξεχασμένης στον 21ο αιώνα ζωγράφου Λουίζ Χατζηλουκά. Εν μέσω του B' Παγκοσμίου Πολέμου n εγγονή του Ντόντσον θα αντλήσει ano το ισχυρό εσωτερικό φως της αυτοπροσωπογραφίας του την πεμπτουσία της δικής της τέχνης: μιας τέχνης ταυτισμένης με την ανάταση που προκαλούν στον νου και στις αισθήσεις τα χρώματα του αθηναϊκού τοπίου (το εικαστικό κλίμα παραπέμπει εδώ δεδηλωμένα στις καλλιτεχνικές και στις ιδεολογικές αναζητήσεις της γενιάς του '30). Σφήνα σε αυτή τη λεπτή διασύνδεση μνήμης και τέχνης θα μπει n ακατάλυτη ορμή του έρωτα.

Παρά το σφιχτοδεμένο του σχήμα, το βιβλίο της Παπαλιού δεν είναι χωρίς προβλήματα. To σοβαρότερο εξ αυτών είναι ο υπερβάλλων όγκος του που χωρίς να κάνει κοιλιές και επαναλήψεις σκοντάφτει σε παρατεταμένες περιγραφές οι οποίες δυσκολεύουν τη δραματουργική του πύκνωση. Άλλο σοβαρό πρόβλημα είναι ο ιστορικός περίγυρος που εγκλωβίζεται σε ένα είδος εγκυκλοπαιδικής παράθεσης των γεγονότων αλλά και σε μια λογική υστερόχρονης πολιτικής ορθότητας n οποία περιορίζει το ανθρωπολογικό τους βάθος. Και οι χαρακτήρες ωστόσο μοιάζουν συχνά μονοκόμματοι και δυσκίνητοι με συγκρούσεις που δεν αποφεύγουν την επιβολή μιας προγραμματικής αν όχι και στερεοτυπικής γραμμής στις περισσότερες από τις αντιδράσεις και τις συγκρούσεις τους.

Ουσιαστικό παρ' όλα αυτά αντίβαρο εν προκειμένω θα αποτελέσουν τα δύο πρωταγωνιστικά πρόσωπα: n Λουίζ Χατζηλουκά και n Λουίζα που θα μας κερδίσουν από την πρώτη στιγμή με τις πολύχυμες αντιφάσεις και τον εκρηκτικό ψυχισμό τους. Η κυριότερη πάντως αρετή του μυθιστορήματος της Παπαλιού είναι, όπως το έλεγα και πρωτύτερα, n συνοχή με την οποία πλέκονται τα κεντρικά θεματικά του μοτίβα, όπως και n εντελής οργάνωση της πλοκής που διαφυλάσσει επιμελώς το μυστικό της μέχρι και τις τελευταίες αράδες, αποκαλύπτοντας με μαστοριά κάθε στάδιο μέσω του οποίου φτάνουμε στην τελική λύση.

Έτικέττες:
Ντορίνα Παπαλιού
,
Πεζογραφία