Ιχνη ανθρωπιάς στη φλεγόμενη Τσετσενία

Κριτικές Νοέμβριος 14, 2013

Κατερίνα Σχινά | Καθημερινή της Κυριακής | Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

photo-14-11-13-14-07-46

Τι σπρώχνει έναν νεαρό Αμερικανό συγγραφέα να στρέψει το μυθοπλαστικό του ενδιαφέρον στην Τσετσενία και τους πολέμους της; Το ανοίκειο αυτής της άγριας σύγκρουσης που γίνεται περισσότερο ανοίκειο επειδή είναι τόσο μακρινό; Η πολιτισμική διάσταση ενός τέτοιου πολέμου; Η μοίρα των ανθρώπων που παγιδεύονται σε μια τόσο πολυαίμακτη σύρραξη, μοίρα άκρως επίφοβη και ευάλωτη, αφού κανείς στον κόσμο δεν νοιάζεται γι’ αυτούς; Μα κάθε πόλεμος είναι ανοίκειος και συνάμα βαθιά οικείος, αφού, αν η αφετηρία του διαφέρει, η έκβασή του είναι πάντα ίδια –οδύνη, οδύνη και πάλι οδύνη– κι αυτή η γνώση είναι εγγεγραμμένη στη συλλογική μνήμη κάθε λαού.

Ο Αντονι Μάρα θα μπορούσε να τοποθετήσει το μυθιστόρημά του οπουδήποτε· ίσως, ωστόσο, να επέλεξε τον προσφορότερο τόπο και την καταλληλότερη εποχή για να καταδείξει πόσο ακατάλυτη παραμένει η βαρβαρότητα στον σύγχρονο κόσμο, πόσο ανελέητος είναι ο πόλεμος και πόσο βάναυσα καταλύει τις ηθικές αντιστάσεις. Σε ένα μυθιστόρημα στο οποίο μια χιλιοειπωμένη ιστορία επιβίωσης, απώλειας και πτώσης γίνεται εφαλτήριο στοχασμού για τη χρήση ή την κακοποίηση της ιστορίας, το σκηνικό της κατεστραμμένης, ηθικά, πολιτισμικά, οικονομικά και πνευματικά, Τσετσενίας δίνει στην αφήγηση αποκαλυψιακές διαστάσεις.

Το γραμμένο με μαεστρία πρώτο μυθιστόρημα του νεαρού Αντονι Μάρα με το οποίο εγκαινιάζεται η ενδιαφέρουσα σειρά ξένης πεζογραφίας των εκδόσεων «Ικαρος», κερδίζει ακόμη περισσότερο σε υποβλητική δύναμη από τη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη. Η αφήγηση επικεντρώνεται στις προσπάθειες του Αχμεντ, ενός αποτυχημένου επαρχιακού γιατρού, να φυγαδεύσει και να σώσει την οκτάχρονη Χαβάα, όταν οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις αρπάζουν τον πατέρα της. Το εμπιστεύεται στο βομβαρδισμένο νοσοκομείο της πιο κοντινής πόλης, που λειτουργεί μονάχα με μία γιατρό, τη Σόνια, και μια ηλικιωμένη νοσηλεύτρια, χωρίς ίχνος εξοπλισμού. Γύρω από αυτά τα τρία κεντρικά πρόσωπα περιστρέφονται η αδελφή της Σόνιας, Νατάσσα, παγιδευμένη και χαμένη στη δίνη της διεθνούς πορνείας, ο φίλος του Αχμεντ, γέροντας Χασάν που θα κάψει το έργο της ζωής του, 3.330 σελίδες για την ιστορία της Τσετσενίας, ο γιος του, που θα γίνει πληροφοριοδότης μη αντέχοντας τα βασανιστήρια. Οι δρόμοι της πόλης, τα γύρω δάση, η εξοχή, είναι το θέατρο αδιανόητων θηριωδιών, όσο για το νοσοκομείο, εκεί τα πάντα καταρρέουν: ένα τραύμα ράβεται με οδοντικό νήμα· ένα μέλος ακρωτηριάζεται με κοινό πριόνι· οι ασθενείς μεταφέρονται εδώ μόνο για να πεθάνουν, απλώς «αργούν πολύ». Ομως μέσα σ’ αυτήν την αγριότητα, την απελπισία και τη στέρηση, επιβιώνουν ίχνη ανθρωπιάς. Ο Αντονι Μάρα αναλαμβάνει να συρράψει τα διαλυμένα κομμάτια αυτού του καθημαγμένου κόσμου, για να συνθέσει μια τραχιά εκδοχή ομορφιάς και συγγνώμης.

Πόλεμος, βασανιστήρια, προδοσία, εμπόριο λευκής σαρκός, από τη μια· η τυπωμένη σελίδα, ο Χατζη-Μουράτ του Τολστόι (συχνή αναφορά στο βιβλίο), οι αναμνήσεις, μια τρυφερή χειρονομία, ένα παμπάλαιο αλλά ζεστό παλτό, η ερωτική επαφή δύο σωμάτων, από την άλλη: ταλαντευόμενο ανάμεσα στη θέρμη και την ωμότητα, την παρηγοριά και τη φρίκη, το μυθιστόρημα του Μάρα δεν είναι στην πραγματικότητα ζοφερό· παρά την επιμονή με την οποία αποτυπώνει τη βαρβαρότητα, ένα αεράκι αισιοδοξίας πνέει στις σελίδες του, μια υπόσχεση λύτρωσης. Ο ίδιος ο αινιγματικός τίτλος του βιβλίου, είναι μια κατάφαση στη ζωή. Ο αστερισμός ζωτικών φαινομένων είναι ακριβώς ό,τι την συνιστά: οργάνωση, ευερεθιστότητα, κίνηση, ανάπτυξη, αναπαραγωγή, προσαρμογή. Κι αυτό ακριβώς το λήμμα θα διαβάσει από το Ιατρικό της Λεξικό η εξουθενωμένη Σόνια λίγο πριν καταρρεύσει και βυθιστεί σε έναν ύπνο που έως τότε αρνιόταν επίμονα, σαν μια υπόμνηση ότι όσο υπάρχει έστω και μια ελάχιστη σπίθα της, η ζωή θα μας διεκδικεί από τον θάνατο και τη λήθη.

Έτικέττες:
Anthony Marra
,
Ξένη πεζογραφία